Μουσικός Δεκέμβριος ,δώδεκα φλασιές από το παρελθόν.

Για τις μουσικές του Δεκέμβρη (Let the Good Time Roll)

Κάθε φορά που έπιανε ο Δεκέμβριος, η μουσική χρονιά έμοιαζε να αποστάζεται, πολλές φορές σε ένα και μόνο άλμπουμ, σε ένα και μόνο τραγούδι, που –χωρίς να το παίρνουμε είδηση- υπέγραφε τον τόπο και το χρόνο για πάντα.
Συνήθως ήταν δίσκος, άλλοτε σε στιλπνή, άλλοτε σε κριτσανιστή ζελατίνα. Άλλοτε κασσέτα εταιρίας, που ευχόμασταν να έχει μέσα τους στίχους. Όντως, ως μεσόκοπα ροκ ν΄ρολ απολιθώματα, προλάβαμε εκείνες τις εποχές που ο μήνας των Χριστουγέννων ερχόταν πάντα στην ώρα του και σήμαινε πολλά, αν όχι τα πάντα, για τη μουσική της χρονιάς που πέρασε. Τότε που το μόνο παράθυρο στον έξω κόσμο ήταν το «ΠΟΠ & ΡΟΚ». Τότε που ο κουμπαράς έφτανε μόνο για έναν δίσκο, με κόπο διαλεγμένο, περιμένοντας πολλές φορές μήνες για να τον κρατήσουμε στα χέρια.
Τότε που το «Μουσικόραμα» κι ο Πετρίδης έκαναν ανασκοπήσεις, που το “Happening” και το “Jazz/Rock” έστρωναν τη βιτρίνα με τα σημαντικά από τα καινούρια. Δώδεκα φλασιές από τις μέρες εκείνες, λοιπόν...

1979. Στην Ελλάδα, η μεταπολίτευση βρέφος που βγάζει δόντια. Φαφούτα, ανασφαλής και γεμάτη φαντάσματα αυταρχισμού.
Το ελληνικό «νέο κύμα» των μπουάτ και το ροκ του ’60, καθυστερημένα απελευθερωμένο, συγκρούονται. Για όσους έχουν αποδράσει στον ξένο ήχο, το δίλημμα μέσα από τις σελίδες του «ΠΟΠ & ΡΟΚ» είναι «παλιό ή καινούριο ροκ;». Μια θυελλώδης δεκαετία δίνει τα ρέστα της, με τους ήρωές της να χάσκουν σε μουσική απορία και τα αναπόφευκτα ίχνη άσπρης σκόνης στα ρουθούνια τους να μαρτυρούν ότι ζουν σε άλλη διάσταση από τον άδολο μουσικόφιλο. Κείνο το Δεκέμβριο ίσα-ίσα που μαθεύεται κι εδώ ότι κυκλοφόρησε ο διπλός δίσκος των Floyd μ΄έναν τοίχο απ΄έξω. Βαρύγδουπος, εσωστρεφής, δυσνόητος και ενοχλητικός, όπως κάθε έργο που ορίζει τη δική του και μαζί πολλές από τις επόμενες εποχές. Στην Αγγλία, η Λίβερπουλ καταφέρνει να πάρει κεφάλι στις λασπομαχίες με την Μάντσεστερ Γιουνάϊτεντ, ενώ οι Clash, κλωτσώντας καταπρόσωπο τη θατσερική κατάθλιψη, ανοίγουν ολομέτωπο πόλεμο με τις μουσικές ταμπέλες, κυκλοφορώντας ένα διπλό άλμπουμ που αναρτάται κατευθείαν στο εικονοστάσι του ροκ ν΄ρολ.



1980. Ο πρώτος χρόνος της δεκαετίας δε θα μπορούσε να φέρνει πιο δυσοίωνα μηνύματα. Στις 8 του Δεκέμβρη, ο διαταραγμένα ατάλαντος Mark Chapman πυροβολεί τέσσερις φορές στην πλάτη τον John Lennon έξω από τo διαμέρισμά του στο Μανχάτταν. Λίγο νωρίτερα, ο δράστης είχε σπρώξει κάτω από τη μύτη του Lennon ένα αντίτυπο από το τελευταίο του άλμπουμ, ζητώντας αυτόγραφο, όπως χιλιάδες παρμένοι οπαδοί μέσα στα χρόνια. Ήταν το “Double Fantasy”, ένας διπλός δίσκος γραμμένος μισός - μισός με την διάσημη ασιάτισσα - καταστροφέα του μεγαλύτερου συγκροτήματος της ιστορίας, σε παραγωγή και ενορχήστρωση του μεγάλου Jack Douglas. O παγκόσμιος θρήνος είχε εκείνα τα Χριστούγεννα τη γλυκερή όσο και αξέφτιστη μελωδική γραμμή του “(Just Like) Starting Over”.

1981. Η Ελλάδα στον αστερισμό της «Αλλαγής» και με ακόμη βαριά τη σκιά της Θύρας 7. Από τη μία το «new wave» (Εlvis Costello, Cure, Police, Adam & The Ants) να δείχνει με το δάχτυλο τους δεινόσαυρους (Cliff Richard, Beach Boys,Neil Diamond, Earth Wind & Fire) και η «πρωτοπόρος» ηλεκτροποπ (Kraftewerk, Human League, OMD, New Order) να καταπνίγει τα νεούδια στο αμφίφυλο σύμπαν της. Από την άλλη το άρτια κονσερβοποιημένο εξ Αμερικής ροκ «για ενηλίκους» (Marty Balin, Journey, Loverboy, Reo Speedwagon, Foreigner, J. Geils Band). Στη μέση, το χρυσό άλμπουμ με το κανόνι. H εκδίκηση του τρισκατάρατου “heavy metal”, σε δίσκους και κασσέτες WEA, αυτές με την κόκκινη ράχη.

1982. Η χρονιά του διαβόητου "Atari", της παιχνιδομηχανής που έκανε όλα τα χειροκίνητα ποδοσφαιράκια με τους ξύλινους παίκτες να ξεφτίσουν από την αχρησία. Τον Δεκέμβριο, η επιδρομή ενός γκρουπ «Από Κει Κάτω» είναι σε πλήρη εξέλιξη. Ακατάτακτο, νευρώδες και μ΄ένα άκρως εθιστικό σαξόφωνο, το “Business As Usual” γίνεται θέλοντας και μη το συνώνυμο του “new wave” και βάζει τον πλανήτη σε άλλη τροχιά. Έχει κυκλοφορήσει περίπου έξι μήνες, αλλά γνωρίζει μεγάλες πιένες στο τέλος του χρόνου.

1983. Το φαινόμενο των Police στο απόγειό του. Ποιός Rod Stewart (“Bay Jane”), ποιοί Rolling Stones (“Undercover Of The Night”); Από τους ελάχιστους δίσκους που έχουν κολλητά όλα τα «χιτς» στη δεύτερη πλευρά και στην πρώτη τα κάπως «δυσκοίλια» πειραματικά του κομμάτια. «Σε κάθε σου ανάσα, σε κάθε σου κίνηση, θα σε παρακολουθώ». Και κείνα τα πλάνα αφ΄υψηλού στο μαυρόασπρο βίντεο κλιπ σήμαιναν ότι τα όνειρα των μουσικόφιλων έχουν πλέον μόνιμο σκηνοθέτη. Το MTV.

1984. Σε μια χρονιά με άλμπουμ ορόσημα για τη νεώτερη ποπ (“Born In The USA”, “Purple Rain”, Private Dancer”), ανακοινώνεται το «καινούριο» των παλιών. Η πρώτη κυκλοφορία της επανένωσης που τάραξε πραγματικά τα νερά στα ‘80s (οι Animals της προηγούμενης χρονιάς πέρασαν συγκριτικά ξώφαλτσα). Στο εξώφυλλο του «ΠΟΠ & ΡΟΚ» Δεκεμβρίου, το βλοσυρό πρόσωπα του Blackmore, η μαύρη κουρτίνα του Gillan, οι φαβορίτες του Paice και κυρίως το σκούρο γυαλί του Jon Lord εγγυώνται ότι κάτι επικίνδυνο επιστρέφει από μια αθέλητη εξορία. Μια ολόκληρη γενιά νεόκοπων ρόκερ υποκλίνεται με δέος στους προπάτορες του heavy rock, παραληρώντας με τα σόλο του “A Gypsy’s Kiss” και του “Wasted Sunsets”, ενώ το φρύδι των τριαντάρηδων σηκώνεται καχύποπτα. Μήπως θά’ ταν καλύτερα οι παλιοί ήρωες να παραμείνουν «Εντελώς Ξένοι»; Τριάντα Δεκεμβρίους μετά, η απάντηση είναι όχι.

1985. Η χρονιά του “Live Aid” σφύζει από άλμπουμ - στυλιστικά ορόσημα και τον Δεκέμβριο δεν ξέρει τί να πρωτοαγοράσει κανείς. Η έννοια “cd” είναι ακόμη παραμύθι στην Ελλάδα. Όμως ο Knopfler, με κείνον τον δίσκο τον ντυμένο σε ουράνειο γαλάζιο, με την -θεόσταλτη λες- κιθάρα να αιωρείται απ΄έξω, και κυρίως με την ζορισμένη παραμόρφωση στο σαρδόνιο «Λεφτά για το τίποτε και οι γκόμενες τζάμπα» φτιάχνει απ΄το μηδέν μια νέα αγορά. Ενάμισυ εκατομμύριο ασημένια δισκάκια κόβονται μέχρι το τέλος του χρόνου μόνο και μόνο για αγοραστεί το “Brothers In Arms” απ΄όσους θέλουν να ακούσουν το κάτι παραπάνω. Δεν ήταν το «καλύτερο» των Dire Straits, ήταν όμως μακράν το πιο θελκτικό, σε μια ρωγμή του χρόνου όπου το σερβίρισμα (εξώφυλλο, άρτιος ήχος και αέναη επανάληψη από ράδιο και MTV) ισοδυναμούσε με τη γεύση την ίδια.

1986. Το δεύτερο εξάμηνο της χρονιάς ήταν γεμάτο γεγονότα. Ο Μαραντόνα σήκωσε το χρυσό αγαλματάκι στο Αζτέκα παίζοντας όλο τον κόσμο μόνος του, ο Peter Gabriel το γύρισε στην ποπ, η Madonna έσβησε κάθε προηγούμενη λευκή fashion queen, ο Robert Palmer δήλωνε πώς με τόσα μοντέλα να τον κυκλώνουν δεν θα μπορούσε παρά να είναι εθισμένος στον έρωτα και οι Europe ανέβασαν στο Νο1 της Αγγλίας ένα κομμάτι με κανονικό σόλο κιθάρας, Καθώς το σκάνδαλο Ιράν-gate αρχίζει να μυρίζει άσχημα και ο Ρήγκαν αρνείται τα πάντα, ο Δεκέμβριος έχει ένα και μόνο απλησίαστο ιερό δισκοπότηρο. Το πρωτοφανές, πενταπλό, “Live ’75-’85” του Bruce Springsteen (και της E Street Band, βεβαίως – βεβαίως). Απλησίαστο γιατί η τιμή του ήταν όσο μισό μηνιάτικο, υποβλητικό γιατί ήταν αυτό που έλεγε, ένα αξεπέραστο χρονικό 10 χρόνων ιδρώτα πάνω στη σκηνή, από τον μεγαλύτερο αμερικανό ρόκερ μετά τον Bob Dylan. Το τελευταίο τεράστιο άλμπουμ της εποχής των ζωντανών ηχογραφήσεων. Πρώτα ακούστηκε στο ράδιο το “War”, για να ακολουθήσει ένα αδισκογράφητο, στοιχειωτικό ερωτικό έπος, με τον περιεκτικό τίτλο...

1987. O Δεκέμβριος της χρονιάς του Ευρωμπάσκετ είχε απ΄όλα : χορευτικά Michael Jackson με βίντεο – κλιπ Σκορτσέζε (“Bad”), παράταση θριάμβου για Whitesnake (η θεότης Tawny Kitaen ξήλωσε όλες τις ονειρώξεις μας με τη μία, από το καλοκαίρι), κυριλέ τζάζεμα από Sting (“Nothing Like The Sun”), γιγαντιαίο ποπ - goth από τους Sisters Of Mercy (“Floodland”), ακόμη και μια γερή υπενθύμιση ότι η σκαθαρειώδης μελωδία δεν πεθαίνει ποτέ (“Got My Mind Set On You”, του George Harrison). Όμως το άλμπουμ που δεν μπορούσες παρά να το ακούσεις ολόκληρο, ήταν το “Hysteria” των Def Leppard. Ένας δίσκος φτιαγμένος για γουώκμαν, από τους ελάχιστους που μετρούσε πάνω από μία ολόκληρη ώρα διάρκειας, καλώντας σε να προσέξεις μικρές λεπτομέρειες πίσω απ΄τις στρώσεις των δεύτερων φωνητικών και τις αρμονίες των κιθάρων. «Ένα άλμπουμ - διαβατήριο για τον παράδεισο του Α.Ο.R.» έγραψε στην ανασκόπησή του στο “Heavy Metal” ο Στάθης Παναγιωτόπουλος και είχε δίκιο.

1988. Ο Κοσκωτάς είχε συλληφθεί στο Σάλεμ, τα πρώτα μαρσαρίσματα για τη μετωπική πολιτική αναμέτρηση του «καλοκαιριού της κάθαρσης» έχουν αρχίσει ν΄ακούγονται και προκάτ μπαλάντες όπως τα “Look Away” των Chicago και “Every Rose Has Its Thorn” των Poison κατέβαιναν αμάσητα και άγευστα. Εκείνος ο Δεκέμβριος, με νωπό το θάνατο του Roy Orbison (6/12/1988), είχε πρωταγωνιστή ένα σούπερ-γκρουπ με σούπερ σιτεμένους τραγουδοποιούς - κιθαρίστες (Bob Dylan, George Harrison, Jeff Lynne, Roy Orbison, Tom Petty). Το ντεμπούτο τους, όσο και να μην το παραδεχόμασταν, γήραινε τον Δεκέμβριο του ’88, δείχνοντας την ηλικία ολόκληρης της δεκαετίας. Ο Robert Zimmerman – περιττό ίσως να αναφερθεί- ότι είχε γράψει το καλύτερο κομμάτι του Travelling Wilburys vol. 1.

1989. Η οκταετία του MTV στην εποχή της παντοκρατορίας της, με βίντεο κλιπ που αγγίζουν την αισθητική της μικρής ταινίας (“Janie’s Got A Gun” [Aerosmith], “I’ ll See You In My Dreams” [Giant]. Παρά τις μαζικά αποδεκτές mainstream επιστροφές (Phil Collins με το “…But Seriously”, Eric Clapton με το “Journeyman”), τον τελευταίο μήνα της δεκαετίας, ο αστερισμός της power ballad εκτυφλωτικός. Ένα από τα all time classic A.O.R. άλμπουμ, από το τελευταίο σούπερ γκρουπ της δεκαετίας, εκτοξεύεται στην κορυφή της Αμερικής και υπόσχεται ότι και η καινούρια δεκαετία θα είναι μια ατέλειωτη παράταση ευφορίας. Η αίσθηση έμελλε να είναι απατηλή, αλλά, τότε, εμπρός σε τέτοια ορμή οπτικοακουστικών κλισέ, σιγά μην κρατούσε όρθιο το τείχος του Βερολίνου.

1990. Η συναυλία τους, 21/11/90 στο Σ.Ε.Φ. ήταν όνειρο για μια ολόκληρη γενιά. Εκείνο το σφύριγμα, πάλι, παίχτηκε τόσο πολύ το Δεκέμβρη του ’90 που έγινε ο εφιάλτης των ρόκερ (και η τσιχλόφουσκα των απανταχού ασχέτων). Μετεωρισμός και μια αίσθηση μουσικού déjà vu. Δεκέμβριος του ’90 και η επιχείρηση “Desert Storm” έτοιμη να σπείρει τον όλεθρο, για πρώτη φορά σε «ζωντανή κάλυψη».

1991. Το εκνευριστικό ριφ, σαν κακοπαιγμένο “More Than A Feeling”, εισβάλει στο MTV από το φθινόπωρο. Με ταχύτητα εξάπλωσης εφάμιλλη μόνο της ισπανικής γρίπης, το μαλλί καρεδάκι εγκαθιδρύεται σε άπειρα ακατοίκητα μοδάτα κεφάλια και τα καταχωνιασμένα σε πλεχτά πουλόβερ με σκισμένους αγκώνες απωθημένα αντιηρωισμού κάνουν κατάληψη στα άψητα από ροκ αυτιά. Η μιζέρια πλασσάρεται ως άποψη σε μια εποχή που οι opinion makers είναι τα εβδομαδιαία και μηνιαία έντυπα που μοστράρουν κώλους και ανεγκέφαλες λίστες από «20 πράγματα που πρέπει να ξέρετε για…».


Η μουσική δεν είναι πια η ίδια. Τα ραποδειδή αντικαθιστούν την ποπ στα τσαρτς, ο τύπος απαξιώνει τα “Use Your Illusion I & II” ως δεινοσαυρικά, το “We Can’t Dance” των Genesis μοιάζει ξεβγαλμένη ποπ για νοικοκυρές, ενώ ολοένα και περισσότεροι νεόπλουτοι αγοράζουν με περηφάνια cd-player και το πρώτο δισκάκι που πετούν μέσα είναι το “Queen Greatest Hits II”. Τον Δεκέμβριο του ’91 η «ανεξάρτητη» οσμή που εκλύεται από κείνο το (κατά Keith Richard) «καλούτσικο ποπ γκρουπ», με τον αυτοκαταστροφικό loser για ηγέτη γίνεται ολοένα και πιο πνιγηρή. Θα χρειαστούν καμιά δεκαριά χρόνια (και μερικές επανενώσεις συγκροτημάτων) για να βρεθεί το σωστό αποσμητικό. Σημαντική μουσική κυκλοφόρησε σε πολλούς από τους επόμενους Δεκεμβρίους μέχρι σήμερα. Αν και όχι αντίστοιχα καταλυτική και σχεδόν ποτέ ομόθυμα αντιληπτή για την αξία της. Η πολυδιάσπαση των ειδών και η μυαλοπωλική τάση των ροκ «κριτικών» με τις υποδιαιρέσεις και τις σημάνσεις τους, έκαναν το κοινό καταναλωτικό, παρωπιδικό και αμνήμον. Μακάρι να θυμόμαστε τη μουσική του φετινού Δεκεμβρίου μετά από χρόνια. Προς το παρόν, βάζω στο πικάπ το Renegade των Thin Lizzy (Δεκέμβριος του ’81 κι αυτό) και κρατάω τη σκηνή από το “Wrestler” του Aronofski...




Υ.Γ.: Καλές γιορτές σε όλους.


Παναγιώτης Παπαϊωάννου

http://www.rocktime.gr

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις